Ο Δήμος Ρεθύμνης είναι δήμος της περιφερειακής ενότητας Ρεθύμνης της περιφέρειας Κρήτης που συστάθηκε με το Πρόγραμμα Καλλικράτης από την συνένωση των προϋπαρχόντων δήμων Αρκαδίου, Λαππαίων, Ρεθύμνης και Νικηφόρου Φωκά του νομού Ρεθύμνης (βλ. και την πρότερη διοικητική διαίρεση νομού Ρεθύμνης, τον παλιό κατάλογο δήμων ανά νομό, τον κατάλογο των οικιστικών περιοχών της Ελλάδας αλλά και πρότερη διοικητική διαίρεση Ελλάδας σε επαρχίες). Η έκταση του νέου Δήμου είναι 397.48 τ.χλμ και ο πληθυσμός του 46.558 κάτοικοι σύμφωνα με την απογραφή του 2001, ενώ σύμφωνα με τα προσωρινά αποτελέσματα της απογραφής 2011 ο Δήμος έχει πληθυσμό 54.900 κατοίκους (26.470 άνδρες και 28.430 γυναίκες). Έδρα του νέου δήμου ορίστηκε το Ρέθυμνο.
ΜΈΡΗ ΣΤΟ ΡΈΘΥΜΝΟ!!!
Αγία Γαλήνη!!!
Η Αγία Γαλήνη είναι κτισμένη πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης Σουλίας, ή Σουλίνας που άκμασε μέχρι τον 6ο αιώνα μ.Χ. και που αποτελούσε το επίνειο της αρχαίας Συβρίτου, ή Σουβριτίας. Στη νεότερη εποχή φέρεται να κατοικήθηκε λίγο πριν την Κρητική επανάσταση του 1888 για εμπορικούς λόγους με παράλληλη αγροτική και κτηνοτροφική ανάπτυξη της γύρω περιοχής
Σχετικά με την προέλευση της ονομασίας του χωριού, η παράδοση αναφέρει πως κάποια βυζαντινή πριγκίπισσα, ή Βασίλισσα, παραπλέοντας την περιοχή σε μεγάλη θαλασσοταραχή κατόπιν προσευχής της η θάλασσα γαλήνεψε και το πλοίο της αγκυροβόλησε στην έναντι ακτή όπου εξερχόμενη εκείνη διέταξε την οικοδόμηση ναού προς τιμή της Παναγίας της επονομαζόμενης Γαλήνης. Η παράδοση αυτή φέρεται καταφανώς ως αντιγραφή εκείνης της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής.Η ιστορική όμως αλήθεια πρέπει να σχετίζεται με την Μονή του Γαλήνου Χριστού, που κατά τη μαρτυρία του Ιωσήφ του Βρυεννίου, υπήρχε στη περιοχή. Ανεξάρτητα όμως αυτών και από πλευράς καιρικών συνθηκών γενικά ο όρμος και η θαλάσσια περιοχή της Αγίας Γαλήνης είναι σχεδόν «αεί γαλήνη».
Η Αγία Γαλήνη είναι κτισμένη πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης Σουλίας, ή Σουλίνας που άκμασε μέχρι τον 6ο αιώνα μ.Χ. και που αποτελούσε το επίνειο της αρχαίας Συβρίτου, ή Σουβριτίας. Στη νεότερη εποχή φέρεται να κατοικήθηκε λίγο πριν την Κρητική επανάσταση του 1888 για εμπορικούς λόγους με παράλληλη αγροτική και κτηνοτροφική ανάπτυξη της γύρω περιοχής
Σχετικά με την προέλευση της ονομασίας του χωριού, η παράδοση αναφέρει πως κάποια βυζαντινή πριγκίπισσα, ή Βασίλισσα, παραπλέοντας την περιοχή σε μεγάλη θαλασσοταραχή κατόπιν προσευχής της η θάλασσα γαλήνεψε και το πλοίο της αγκυροβόλησε στην έναντι ακτή όπου εξερχόμενη εκείνη διέταξε την οικοδόμηση ναού προς τιμή της Παναγίας της επονομαζόμενης Γαλήνης. Η παράδοση αυτή φέρεται καταφανώς ως αντιγραφή εκείνης της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής.Η ιστορική όμως αλήθεια πρέπει να σχετίζεται με την Μονή του Γαλήνου Χριστού, που κατά τη μαρτυρία του Ιωσήφ του Βρυεννίου, υπήρχε στη περιοχή. Ανεξάρτητα όμως αυτών και από πλευράς καιρικών συνθηκών γενικά ο όρμος και η θαλάσσια περιοχή της Αγίας Γαλήνης είναι σχεδόν «αεί γαλήνη».
Ανώγεια!!!
Τα Ανώγεια Μυλοποτάμου είναι κωμόπολη του νομού Ρεθύμνου και πρωτεύουσα του ομώνυμου δήμου με 2.454 κατοίκους (2.507 ο δήμος).Τα Ανώγεια απέχουν 52 χλμ. από το Ρέθυμνο, 36 χλμ. από το Ηράκλειο και βρίσκονται σε υψόμετρο 700-790 μ. στη ράχη του υψώματος που ονομάζεται Αρμί (Κορυφογραμμή).Το όνομά τους οφείλεται στην τοποθεσία που είναι χτισμένα δηλ. σε ανώγειο μέρος (άνω+γαία). Είναι επίσης γνωστά ως Αξικανώγεια (Ξιγκανώγεια) ή Μεγάλα Ανώγεια. Η κωμόπολη των Ανωγείων αποτελείται από τους οικισμούς Αρμί, Μεσοχωριό ή Μεσοχωριά, Περαχώρι, Μετόχι και Συνοικισμό. Στο δήμο Ανωγείων υπάγεται επίσης και το χωριό Σίσαρχα.
Ιστορία
Τα Ανώγεια πρωτοκατοικήθηκαν ήδη πριν το 1182, οπότε μοιράστηκε η Κρήτη στα δώδεκα αρχοντόπουλα του Βυζαντίου και παραχωρήθηκαν ως φέουδο στην οικογένεια των Φωκάδων - αργότερα Καλλέργηδων. Τότε απέκτησαν και την ονομασία "Βασιλικά Ανώγεια", καθώς ανήκαν στους βασιλικούς άρχοντες. Έτσι, διαφαίνεται ότι τα Ανώγεια, υπήρχαν και κατά την Β' βυζαντινή περίοδο, πριν τη Βενετοκρατία.
Τα διασωθέντα καθώς και τα μεταγενέστερα και σύγχρονα αρχεία αναφέρουν πληθυσμό κατοίκων:
Ο πληθυσμός των Ανωγείων έχει διατηρήσει αναλλοίωτη στην πάροδο του χρόνου τη γλώσσα και την ιδιότυπη διάλεκτο στην οποία περιλαμβάνονται έως και σήμερα, ατόφιες λέξεις της αρχαίας ελληνικής. Η προφορά, βαρέα και ευθεία, παρουσιάζεται χαρακτηριστική ειδικότερα στα "λάμδα" και "ρο". Οι περισσότεροι κάτοικοι, διατηρούν τα επώνυμά τους χωρίς την κατάληξη - ακης η οποία απαντάται στο υπόλοιπο νησί και ειδικότερα στο κεντρανατολικό τμήμα του. Ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία, διατηρώντας σημαντικό αριθμό αιγοπροβάτων (άνω των 80.000) ενώ χαρακτηριστική παρουσιάζεται επίσης η βιοτεχνία και η παραδοσιακή υφαντουργία της, στην οποία απαντάται, έως και στις μέρες μας, η χρήση αργαλειού.
Τα Ανώγεια Μυλοποτάμου είναι κωμόπολη του νομού Ρεθύμνου και πρωτεύουσα του ομώνυμου δήμου με 2.454 κατοίκους (2.507 ο δήμος).Τα Ανώγεια απέχουν 52 χλμ. από το Ρέθυμνο, 36 χλμ. από το Ηράκλειο και βρίσκονται σε υψόμετρο 700-790 μ. στη ράχη του υψώματος που ονομάζεται Αρμί (Κορυφογραμμή).Το όνομά τους οφείλεται στην τοποθεσία που είναι χτισμένα δηλ. σε ανώγειο μέρος (άνω+γαία). Είναι επίσης γνωστά ως Αξικανώγεια (Ξιγκανώγεια) ή Μεγάλα Ανώγεια. Η κωμόπολη των Ανωγείων αποτελείται από τους οικισμούς Αρμί, Μεσοχωριό ή Μεσοχωριά, Περαχώρι, Μετόχι και Συνοικισμό. Στο δήμο Ανωγείων υπάγεται επίσης και το χωριό Σίσαρχα.
Ιστορία
Τα Ανώγεια πρωτοκατοικήθηκαν ήδη πριν το 1182, οπότε μοιράστηκε η Κρήτη στα δώδεκα αρχοντόπουλα του Βυζαντίου και παραχωρήθηκαν ως φέουδο στην οικογένεια των Φωκάδων - αργότερα Καλλέργηδων. Τότε απέκτησαν και την ονομασία "Βασιλικά Ανώγεια", καθώς ανήκαν στους βασιλικούς άρχοντες. Έτσι, διαφαίνεται ότι τα Ανώγεια, υπήρχαν και κατά την Β' βυζαντινή περίοδο, πριν τη Βενετοκρατία.
Τα διασωθέντα καθώς και τα μεταγενέστερα και σύγχρονα αρχεία αναφέρουν πληθυσμό κατοίκων:
- 911 το 1583
- 1.973 το 1881
- 2.363 το 1900
- 2.449 το 1981
- 2.260 το 1991
- 2.454 το 2001
Ο πληθυσμός των Ανωγείων έχει διατηρήσει αναλλοίωτη στην πάροδο του χρόνου τη γλώσσα και την ιδιότυπη διάλεκτο στην οποία περιλαμβάνονται έως και σήμερα, ατόφιες λέξεις της αρχαίας ελληνικής. Η προφορά, βαρέα και ευθεία, παρουσιάζεται χαρακτηριστική ειδικότερα στα "λάμδα" και "ρο". Οι περισσότεροι κάτοικοι, διατηρούν τα επώνυμά τους χωρίς την κατάληξη - ακης η οποία απαντάται στο υπόλοιπο νησί και ειδικότερα στο κεντρανατολικό τμήμα του. Ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία, διατηρώντας σημαντικό αριθμό αιγοπροβάτων (άνω των 80.000) ενώ χαρακτηριστική παρουσιάζεται επίσης η βιοτεχνία και η παραδοσιακή υφαντουργία της, στην οποία απαντάται, έως και στις μέρες μας, η χρήση αργαλειού.
Μέλαμπες Ρεθύμνης!!!
Το όνομα Μέλαμπες κατά την Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών είναι αρχαίο ελληνικό με αρχαϊκό χαρακτήρα, πλησίον του χωριού στη θέση Κούροι βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος της αρχαίας πόλης Κώριο, όπου και τα ερείπια αρχαίου ναού αφιερωμένου στην Ηλέκτρα. Πρώτη ιστορική αναφορά των Μελάμπων γίνεται επί Ενετοκρατίας το 1577 από τον Φ. Μπαρότσι. Το 1583 αναφέρεται σε σχετική απογραφή ν΄ αριθμεί 338 κατοίκους. Επί τουρκοκρατίας οι κάτοικοι συμμετείχαν ενεργά σ΄ όλους τους αγώνες από την Ελληνική Επανάσταση του 1821 την Κρητική Επανάσταση του 1866 μέχρι την τελευταία Κρητική Επανάσταση (1895-1898). Στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο κάτοικοι των Μελάμπων μαζί με άλλους κοντοχωριανούς συγκρότησαν εθελοντικό σώμα που έσπευσε στον αγώνα της Ηπείρου.
Το όνομα Μέλαμπες κατά την Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών είναι αρχαίο ελληνικό με αρχαϊκό χαρακτήρα, πλησίον του χωριού στη θέση Κούροι βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος της αρχαίας πόλης Κώριο, όπου και τα ερείπια αρχαίου ναού αφιερωμένου στην Ηλέκτρα. Πρώτη ιστορική αναφορά των Μελάμπων γίνεται επί Ενετοκρατίας το 1577 από τον Φ. Μπαρότσι. Το 1583 αναφέρεται σε σχετική απογραφή ν΄ αριθμεί 338 κατοίκους. Επί τουρκοκρατίας οι κάτοικοι συμμετείχαν ενεργά σ΄ όλους τους αγώνες από την Ελληνική Επανάσταση του 1821 την Κρητική Επανάσταση του 1866 μέχρι την τελευταία Κρητική Επανάσταση (1895-1898). Στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο κάτοικοι των Μελάμπων μαζί με άλλους κοντοχωριανούς συγκρότησαν εθελοντικό σώμα που έσπευσε στον αγώνα της Ηπείρου.
Άγιος Παύλος!!!
Ο Άγιος Παύλος Ρεθύμνης είναι ένα παραλιακό μικρό χωριό της πρώην επαρχίας Αγίου Βασιλείου του Νομού Ρεθύμνης της Κρήτης.
Με την Καποδιστριακή διοικητική διαίρεση υπαγόταν στο δημοτικό διαμέρισμα Σακτουρίων του Δήμου Λάμπης.
Ο πληθυσμός του είναι 21 κάτοικοι. Βρίσκεται στο νότιο τμήμα του νομού, σε υψόμετρο 10 μ. εντός του ομώνυμου ορμίσκου, περίπου 3 χλμ. ΝΔ. των Σακτουρίων των οποίων και αποτελεί το επίνειο.
Ο Άγιος Παύλος Ρεθύμνης είναι ένα παραλιακό μικρό χωριό της πρώην επαρχίας Αγίου Βασιλείου του Νομού Ρεθύμνης της Κρήτης.
Με την Καποδιστριακή διοικητική διαίρεση υπαγόταν στο δημοτικό διαμέρισμα Σακτουρίων του Δήμου Λάμπης.
Ο πληθυσμός του είναι 21 κάτοικοι. Βρίσκεται στο νότιο τμήμα του νομού, σε υψόμετρο 10 μ. εντός του ομώνυμου ορμίσκου, περίπου 3 χλμ. ΝΔ. των Σακτουρίων των οποίων και αποτελεί το επίνειο.
Αμάριον!!!
Το Αμάριον, ή Αμάρι είναι ο ένας από τους δύο ορεινούς οικισμούς του ομώνυμου δημοτικού διαμερίσματος του Δήμου Συβρίτου, στην πρώην Επαρχία Αμαρίου εξ ου το όνομα της τελευταίας, του νομού Ρεθύμνης στην Κρήτη.
Γενικά , βρίσκεται στις βορειοανατολικές πλαγιές του Κέδρου, σε υψόμετρο 460 μ., κοντά στη Μονή Ασωμάτων, περίπου 24 χλμ. ΝΑ. από το Ρέθυμνο και 40 χλμ. από το Ηράκλειο. Παλαιότερα ανήκε στη κοινότητα Μοναστηρακίου, όταν το 1927 αναγνωρίστηκε το ίδιο ως κοινότητα περιλαμβάνοντας στη συνέχεια και το χωριό Οψιγιάς.
Την περίοδο της Ενετοκρατίας το Αμάρι λεγόταν "Νευς Αμάρι" και ήταν κωμόπολη, πρωτεύουσα μεγαλύτερης περιοχής. Κατά την διάρκεια του 1821 στην περιοχή του Αμαρίου έγιναν σκληρές μάχες.
Το 1971 το χωριό αριθμούσε 148 κατοίκους και η κοινότητα 187. Το 2001 αριθμούσε τους 222. Οι κάτοικοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία και την γεωργία καλλιεργώντας κυρίως αμπέλια, ελαιόδενδρα, δημητριακά και ζωοτροφές.
Το Αμάριον, ή Αμάρι είναι ο ένας από τους δύο ορεινούς οικισμούς του ομώνυμου δημοτικού διαμερίσματος του Δήμου Συβρίτου, στην πρώην Επαρχία Αμαρίου εξ ου το όνομα της τελευταίας, του νομού Ρεθύμνης στην Κρήτη.
Γενικά , βρίσκεται στις βορειοανατολικές πλαγιές του Κέδρου, σε υψόμετρο 460 μ., κοντά στη Μονή Ασωμάτων, περίπου 24 χλμ. ΝΑ. από το Ρέθυμνο και 40 χλμ. από το Ηράκλειο. Παλαιότερα ανήκε στη κοινότητα Μοναστηρακίου, όταν το 1927 αναγνωρίστηκε το ίδιο ως κοινότητα περιλαμβάνοντας στη συνέχεια και το χωριό Οψιγιάς.
Την περίοδο της Ενετοκρατίας το Αμάρι λεγόταν "Νευς Αμάρι" και ήταν κωμόπολη, πρωτεύουσα μεγαλύτερης περιοχής. Κατά την διάρκεια του 1821 στην περιοχή του Αμαρίου έγιναν σκληρές μάχες.
Το 1971 το χωριό αριθμούσε 148 κατοίκους και η κοινότητα 187. Το 2001 αριθμούσε τους 222. Οι κάτοικοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία και την γεωργία καλλιεργώντας κυρίως αμπέλια, ελαιόδενδρα, δημητριακά και ζωοτροφές.
Ζωνιανά!!!
Τα Ζωνιανά είναι ορεινό χωριό και μοναδικός οικισμός της ομώνυμης Κοινότητας της επαρχίας Μυλοποτάμου στην ανατολική πλευρά του νομού Ρεθύμνης. Το χωριό απέχει 43 χιλιόμετρα από το Ηράκλειο και 52 από το Ρέθυμνο. Βρίσκονται στον Ψηλορείτη(όρος Ίδη) σε υψόμετρο 630 μέτρα και σε κοντινή απόσταση από τα γνωστά Ανώγεια. Κατά την απογραφή του 2001 το χωριό είχε 1.578 κατοίκους, οι οποίοι ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία και τη γεωργία.Στην είσοδο του χωριού βρίσκεται το σπήλαιο "Σφεντόνη" ή "του Σφεντόνη η Τρύπα" με πλούσιο σταλακτιτικό και σταλαγμιτικό διάκοσμοΗ Κοινότητα Ζωνιανών ήταν μια από τις τρεις που αρνήθηκαν να ενταχθούν στο σχέδιο Καποδίστρια και να γίνουν μέρος μεγαλύτερων Δήμων (οι άλλες δυο ήταν το Βραχάσι Λασιθίου και η Τσαρίτσανη Λάρισας). Το 2006 με τροπολογία που ψηφίστηκε στη Βουλή αναγνωρίστηκαν και επίσημα ως ξεχωριστές Κοινότητες.
Το χωριό είχε άλλες δύο ονομασίες πριν πάρει τη σημερινή ονομασία. Ονομάστηκε αρχικά Ζουλιανά από το βοσκό Ζα (γεν. τουΖου), ο οποίος ανακάλυψε νερό στην τοποθεσία αυτή και έπειτα πήρε την ονομασία Ζουτόλακκος (που σημαίνει στου Ζου το λάκκο). Τέλος, η ονομασία ταυτίζεται με το θεό Δία (Ζευς). Το Ζωνιανά ονομάστηκαν έτσι από την τοπική έκφραση "Ζώνε Θεέ" (δηλ. 'Άκουσέ με, Θεέ μου').
Ιστορία του χωριού!
Το 1821 οι Ζωνιανοί επαναστάτησαν κατά των Τούρκων με επί κεφαλής τον Μαυρογιάννη. Το 1866, 17 Ζωνιανοί πολέμησαν στο Αρκάδι και σφάγησαν στην τραπεζαρία του μοναστηριού όταν τελείωσαν τα πολεμοφόδια τους. Από τους Βαλκανικούς Πολέμους το 1912 μέχρι τη Μικρασιατική Εκστρατεία το 1922, έπεσαν μαχόμενοι 13 Ζωνιανοί και 17 στονΕλληνοϊταλικό πόλεμο το 1940.
Τα Ζωνιανά απασχόλησαν τις διωκτικές αρχές το 2006, όταν ένοπλοι δεν δίστασαν να βάλουν με καταιγισμό πυρών κατά των αστυνομικών αρχών κατά τη διάρκεια οργανωμένων επιχειρήσεων των τελευταίων από αέρος και γης.
Το Νοέμβριο του 2007 το χωριό έγινε γνωστό λόγω επίθεσης από σημαντικό αριθμό ενόπλων με αυτόματα όπλα "καλάσνικοφ", που δέχθηκαν ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις, όταν προσπάθησαν να κάνουν έφοδο στις 5 Νοεμβρίου 2007 για τον εντοπισμό φυτειών κάνναβης. Αποτέλεσμα της επίθεσης αυτής ήταν ο τραυματισμός τριών ειδικών φρουρών.
Τα Ζωνιανά είναι ορεινό χωριό και μοναδικός οικισμός της ομώνυμης Κοινότητας της επαρχίας Μυλοποτάμου στην ανατολική πλευρά του νομού Ρεθύμνης. Το χωριό απέχει 43 χιλιόμετρα από το Ηράκλειο και 52 από το Ρέθυμνο. Βρίσκονται στον Ψηλορείτη(όρος Ίδη) σε υψόμετρο 630 μέτρα και σε κοντινή απόσταση από τα γνωστά Ανώγεια. Κατά την απογραφή του 2001 το χωριό είχε 1.578 κατοίκους, οι οποίοι ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία και τη γεωργία.Στην είσοδο του χωριού βρίσκεται το σπήλαιο "Σφεντόνη" ή "του Σφεντόνη η Τρύπα" με πλούσιο σταλακτιτικό και σταλαγμιτικό διάκοσμοΗ Κοινότητα Ζωνιανών ήταν μια από τις τρεις που αρνήθηκαν να ενταχθούν στο σχέδιο Καποδίστρια και να γίνουν μέρος μεγαλύτερων Δήμων (οι άλλες δυο ήταν το Βραχάσι Λασιθίου και η Τσαρίτσανη Λάρισας). Το 2006 με τροπολογία που ψηφίστηκε στη Βουλή αναγνωρίστηκαν και επίσημα ως ξεχωριστές Κοινότητες.
Το χωριό είχε άλλες δύο ονομασίες πριν πάρει τη σημερινή ονομασία. Ονομάστηκε αρχικά Ζουλιανά από το βοσκό Ζα (γεν. τουΖου), ο οποίος ανακάλυψε νερό στην τοποθεσία αυτή και έπειτα πήρε την ονομασία Ζουτόλακκος (που σημαίνει στου Ζου το λάκκο). Τέλος, η ονομασία ταυτίζεται με το θεό Δία (Ζευς). Το Ζωνιανά ονομάστηκαν έτσι από την τοπική έκφραση "Ζώνε Θεέ" (δηλ. 'Άκουσέ με, Θεέ μου').
Ιστορία του χωριού!
Το 1821 οι Ζωνιανοί επαναστάτησαν κατά των Τούρκων με επί κεφαλής τον Μαυρογιάννη. Το 1866, 17 Ζωνιανοί πολέμησαν στο Αρκάδι και σφάγησαν στην τραπεζαρία του μοναστηριού όταν τελείωσαν τα πολεμοφόδια τους. Από τους Βαλκανικούς Πολέμους το 1912 μέχρι τη Μικρασιατική Εκστρατεία το 1922, έπεσαν μαχόμενοι 13 Ζωνιανοί και 17 στονΕλληνοϊταλικό πόλεμο το 1940.
Τα Ζωνιανά απασχόλησαν τις διωκτικές αρχές το 2006, όταν ένοπλοι δεν δίστασαν να βάλουν με καταιγισμό πυρών κατά των αστυνομικών αρχών κατά τη διάρκεια οργανωμένων επιχειρήσεων των τελευταίων από αέρος και γης.
Το Νοέμβριο του 2007 το χωριό έγινε γνωστό λόγω επίθεσης από σημαντικό αριθμό ενόπλων με αυτόματα όπλα "καλάσνικοφ", που δέχθηκαν ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις, όταν προσπάθησαν να κάνουν έφοδο στις 5 Νοεμβρίου 2007 για τον εντοπισμό φυτειών κάνναβης. Αποτέλεσμα της επίθεσης αυτής ήταν ο τραυματισμός τριών ειδικών φρουρών.
Σπήλι!!!
Το Σπήλι (-ον) είναι ορεινό, παραδοσιακό χωριό το οποίο ανήκει στο Δήμο Λάμπης και βρίσκεται 30 χλμ. Ν-ΝΑ. της πόλης του Ρεθύμνου. Αποτελούσε παλαιότερα πρωτεύουσα της επαρχίας Αγίου Βασιλείου του νομού Ρεθύμνης.
Το Σπήλι είναι κτισμένο αμφιθεατρικά στο κέντρο σχεδόν του νομού σε δυτική πλαγιά του βουνού Κέδρου, που αποτελεί νοτιοδυτική προέκταση του Ψηλορείτη, σε υψόμετρο 430 μ., το οποίο τροφοδοτεί με τις πηγές του το χωριό με τρεχούμενα νερά. Στην πλατεία του χωριού βρίσκονται ψηλά αιωνόβια πλατάνια καθώς και μία κρήνη με 25 λεοντοκέφαλες βρύσες, από τα στόματα των οποίων ρέει νερό.Το όνομα του προέρχεται από τις πολλές σπηλαιώδεις κοιλότητες και μικρά σπήλαια που βρίσκονται στο βουνό Βορίζη στο οποίο υπάρχουν ίχνη αρχαίων μονοπατιών. Το Σπήλιον αποτελεί την έδρα της Ιεράς Μητροπόλεως Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων. Η εκκλησία του χωριού που αποτελεί και τον καθεδρικό μητροπολιτικό ναό είναι αφιερωμένος στον Απόστολο Παύλο.
Επίσης στο χωριό υφίστανται αρκετά αρχοντικά. Σε ένα από αυτά γεννήθηκε ένας από τους σπουδαιότερους λυράρηδες και δασκάλους της κρητικής μουσικής, ο Θανάσης Σκορδαλός
Στο χωριό υπάρχουν παλιές εκκλησίες οι οποίες είναι διακοσμημένες με τοιχογραφίες. Σημαντικότερες εξ αυτών που αποτελούν αξιοθέατα ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι οι εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου, της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος και των Αγίων Θεοδώρων.
Το Σπήλι (-ον) είναι ορεινό, παραδοσιακό χωριό το οποίο ανήκει στο Δήμο Λάμπης και βρίσκεται 30 χλμ. Ν-ΝΑ. της πόλης του Ρεθύμνου. Αποτελούσε παλαιότερα πρωτεύουσα της επαρχίας Αγίου Βασιλείου του νομού Ρεθύμνης.
Το Σπήλι είναι κτισμένο αμφιθεατρικά στο κέντρο σχεδόν του νομού σε δυτική πλαγιά του βουνού Κέδρου, που αποτελεί νοτιοδυτική προέκταση του Ψηλορείτη, σε υψόμετρο 430 μ., το οποίο τροφοδοτεί με τις πηγές του το χωριό με τρεχούμενα νερά. Στην πλατεία του χωριού βρίσκονται ψηλά αιωνόβια πλατάνια καθώς και μία κρήνη με 25 λεοντοκέφαλες βρύσες, από τα στόματα των οποίων ρέει νερό.Το όνομα του προέρχεται από τις πολλές σπηλαιώδεις κοιλότητες και μικρά σπήλαια που βρίσκονται στο βουνό Βορίζη στο οποίο υπάρχουν ίχνη αρχαίων μονοπατιών. Το Σπήλιον αποτελεί την έδρα της Ιεράς Μητροπόλεως Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων. Η εκκλησία του χωριού που αποτελεί και τον καθεδρικό μητροπολιτικό ναό είναι αφιερωμένος στον Απόστολο Παύλο.
Επίσης στο χωριό υφίστανται αρκετά αρχοντικά. Σε ένα από αυτά γεννήθηκε ένας από τους σπουδαιότερους λυράρηδες και δασκάλους της κρητικής μουσικής, ο Θανάσης Σκορδαλός
Στο χωριό υπάρχουν παλιές εκκλησίες οι οποίες είναι διακοσμημένες με τοιχογραφίες. Σημαντικότερες εξ αυτών που αποτελούν αξιοθέατα ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι οι εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου, της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος και των Αγίων Θεοδώρων.
Φουρφουράς!!!
Ο Φουρφουράς είναι δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Κουρητών βρίσκεται στα νοτιανατολικά του νομού Ρεθύμνης σε υψόμετρο 460 μέτρων και απέχει 44 χιλιόμετρα από το Ρέθυμνο.
Απέχει περίπου 25χλμ από τη θάλασσα και κατοικούν 508 κάτοικοι σύμφωνα με την απογραφή του 2001. Αποτελεί έδρα του Δήμου Κουρητών καθώς δεύτερη έδρα της Ιεράς Μητροπόλης Ρεθύμνης.
Ο Φουρφουράς είναι δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Κουρητών βρίσκεται στα νοτιανατολικά του νομού Ρεθύμνης σε υψόμετρο 460 μέτρων και απέχει 44 χιλιόμετρα από το Ρέθυμνο.
Απέχει περίπου 25χλμ από τη θάλασσα και κατοικούν 508 κάτοικοι σύμφωνα με την απογραφή του 2001. Αποτελεί έδρα του Δήμου Κουρητών καθώς δεύτερη έδρα της Ιεράς Μητροπόλης Ρεθύμνης.
ΚΑΛΛΙΤΈΧΝΕΣ!!!
Στέλιος Μπικάκης
Βιογραφία
Κράμα ανθρώπου που έχει πάρει στη μορφή, στην κίνηση και στην ψυχή, τα χαρακτηριστικά των Κρητικών εκείνων που συνδυάζουν την καλοσύνη, το φιλότιμο, τη λεβεντιά, αλλά και την αυστηρότητα ή ακόμα και την αγριάδα, αν τύχει και κάποιος τον θίξει.Γεννημένος στην πόλη του Ρεθύμνου από πατέρα Ασηγωνιώτη και μάνα Ρουσσοσπιτιανή, ο Στέλιος Μπικάκης, έπιασε τη λύρα στα χέρια του για πρώτη φορά 13 χρόνων, όχι γιατί ονειρευόταν να γίνει λυράρης ή τραγουδιστής, μα μόνο & μόνο γιατί ακούγοντας συνεχώς στο δισκάδικο που είχε ο πατέρας του στη Μεγάλη Πόρτα μουσικές και τραγούδια από τότε που γεννήθηκε, το όργανο αυτό είχε μπει στην ψυχή του. Οι ήχοι της βροντόλυρας συνεχώς του χάιδευαν τ’ αυτιά, οι φωνές μεγάλων Κρητικών καλλιτεχνών ήταν καθημερινή του συντροφιά, οι επισκέψεις λυράρηδων & λαουτιέρηδων στο μαγαζί που εκείνος περνούσε τις περισσότερες ώρες του, λειτούργησαν έτσι, που θαρρείς και ποτίστηκε το «είναι» του από το μεγαλείο της Κρήτης.Το δισκάδικο του πατέρα του ήταν η αφετηρία για τον δρόμο που ακολούθησε.Η άρνηση του πατέρα του να του αγοράσει λύρα, δεν στάθηκε εμπόδιο, γιατί ο παππούς «συνωμότησε» με τον εγγονό και η πρώτη λύρα, το πιο «επιθυμητό παιχνίδι» για τον μικρό τότε Στέλιο, έγινε η αφετηρία της πορείας του στο δρόμο της μουσικής και του τραγουδιού.
Μόρφωση ακαδημαϊκή δεν απέκτησε, η τσάντα κλειστή πηγαινοερχόταν απ’ το σπίτι στο σχολείο και αντίστροφα, μα έτσι κι αλλιώς, όταν για κάποιους η ψυχή μιλάει, η ψυχή διδάσκει, η ψυχή έχει το χάρισμα να εκφράζεται με νότες ή στίχους και αυτό γίνεται καθημερινότητα, τρόπος, ζωής και βίωμα, τα πτυχία δεν αποκτούν ιδιαίτερο νόημα.Ο Στέλιος Μπικάκης, ούτε σε Ωδείο πήγε, ούτε και δάσκαλο λυράρη συγκεκριμένο είχε.
Δάσκαλοί του με τoν δικό τους τρόπο, για λίγες ή περισσότερες στιγμές καθένας, υπήρξαν πολλοί και σημαντικοί που έτυχε όταν πήγαιναν για κάποια δουλειά τους στο δισκάδικο, να τον βλέπουν να γρατζουνάει τη λύρα και διέκριναν το ταλέντο του. Σπύρος Σηφογιώργης, Νίκος Μανιάς, Γιάννης Μαρκογιαννάκης, Γιώργος Χατζηδάκης, ήταν κάποιοι από αυτούς που είχε την τύχη να του δώσουν συμβουλές, να του υποδείξουν τεχνικές.Το δοξάρι και το σιγοτραγούδισμα, ήταν ότι αγάπησε περισσότερο και ότι αγαπάει ακόμα. Πολύ νωρίς ανακάλυψε και το χάρισμα που του έδωσε ο Θεός, όπως λέει, αυτό του να μπορεί με μεγάλη ευκολία να γράψει στίχους.«Με τις μαντινάδες δεν τα καταφέρνω αλλά με τα τραγoύδια έχω μεγάλη άνεση, μου έδωσε ο Θεός το χάρισμα της πένας», εξομολογείται. Κι αυτό του το χάρισμα, γίνεται φανερό σε όλους τους δίσκους που έχει κάνει, αφού είναι στιχουργός σχεδόν όλων των τραγουδιών που ερμηνεύει. Δεκαέξι χρόνων, σε ταβέρνες της παραλίας, στο δρόμο και σε κρητικές βραδιές ξενοδοχείων, παίζοντας για τουρίστες, ο Στέλιος Μπικάκης βγάζει το πρώτο του μεροκάματο. «Tετρακόσιες δραχμές ήταν, έπαιζα με τον Ανδρέα τον Xατζηδάκη από τις επτά το απόγευμα, μέχρι τις δέκα το βράδυ», θυμάται, «έπαιζα όμως και σε γλέντια, σε τίποτα βαφτίσια, αλλά μόνο συγγενών».Στο στρατό, συνυπηρετεί με τον γιο του Ψαραντώνη τον Γιώργο Ξυλούρη και τον Μανώλη Σαλούστρο.Φτασμένοι εκείνοι ήδη, η τριάδα λειτουργεί σαν ορχήστρα στρατοπέδου και η επαφή αυτή βοηθά καθοριστικά τον Στέλιο όταν πια έχει απολυθεί. Κάποιους στίχους που είχε γράψει και τους είχε φυλάξει σ’ ένα συρτάρι, τους κάνει τραγούδι όταν απολύεται το 1985. Είναι το καλαματιανό «Πάλι για σένα τραγουδώ». Ηχογραφεί τον πρώτο του δίσκο και γίνεται αποδεκτός. Για να συνεχίσει με το δίσκο «Ερωτικό παράπονο» και το τραγούδι, «Γλυκό μου λάθος» να γίνεται σουξέ και να τραγουδιέται σ’ όλη την Κρήτη. Μα και όλοι οι επόμενοι δίσκοι, αγαπιούνται κι αγοράζονται. «Νυχτέρια», «Το παρόν», «Μια βόλτα στο σκοτάδι», «Για σένα», αφήνουν τις καλύτερες εντυπώσεις. Τα μαγαζιά όπου εμφανίζεται σε Ρέθυμνο, Χανιά, Ηράκλειο ήταν πάντα γεμάτα. Τα νέα παιδιά κυρίως, γίνονται οι συμπαραστάτες του Στέλιου Μπικάκη, που σταθερά συνεχίζει να γράφει, να παίζει και να τραγουδάει. Ο μικρός αριθμός των συγγενών, άρχισε να γίνεται μεγάλος αριθμός αγνώστων, οι λίγοι έγιναν περισσότεροι, ύστερα πιο πολλοί.Το 2010 ο Νότης Σφακιανάκης τραγουδάει το τραγούδι “Γενέθλια” που έγραψε ο Στέλιος Μπικάκης.Η πιο σημαντική συνεργασία του μέχρι τώρα, όπως αναφέρει ο ίδιος, είναι με τον Γιάννη Γιοκαρίνη. Από Κρητικούς καλλιτέχνες αναφέρεται στους Νίκο Μανιά,Γιάννη Μαρκογιαννάκη, Βαγγέλη Μαρκογιαννάκη, Στέλιο Σταματογιαννάκη, Γιώργο και Ανδρέα Χατζηδάκη, Ανδρέα Μελαδάκη, Ψαρουδάκη & Φραγκιαδάκη Αντώνη και τους αδερφούς Σαλούστρου.
Αναφέρουμε εδώ ότι τελευταία έχει συνεργαστεί & με τον Πάνο Κιάμο, όπου έχει γράψει ένα τραγούδι στο νέο του δίσκο.
Βιογραφία
Κράμα ανθρώπου που έχει πάρει στη μορφή, στην κίνηση και στην ψυχή, τα χαρακτηριστικά των Κρητικών εκείνων που συνδυάζουν την καλοσύνη, το φιλότιμο, τη λεβεντιά, αλλά και την αυστηρότητα ή ακόμα και την αγριάδα, αν τύχει και κάποιος τον θίξει.Γεννημένος στην πόλη του Ρεθύμνου από πατέρα Ασηγωνιώτη και μάνα Ρουσσοσπιτιανή, ο Στέλιος Μπικάκης, έπιασε τη λύρα στα χέρια του για πρώτη φορά 13 χρόνων, όχι γιατί ονειρευόταν να γίνει λυράρης ή τραγουδιστής, μα μόνο & μόνο γιατί ακούγοντας συνεχώς στο δισκάδικο που είχε ο πατέρας του στη Μεγάλη Πόρτα μουσικές και τραγούδια από τότε που γεννήθηκε, το όργανο αυτό είχε μπει στην ψυχή του. Οι ήχοι της βροντόλυρας συνεχώς του χάιδευαν τ’ αυτιά, οι φωνές μεγάλων Κρητικών καλλιτεχνών ήταν καθημερινή του συντροφιά, οι επισκέψεις λυράρηδων & λαουτιέρηδων στο μαγαζί που εκείνος περνούσε τις περισσότερες ώρες του, λειτούργησαν έτσι, που θαρρείς και ποτίστηκε το «είναι» του από το μεγαλείο της Κρήτης.Το δισκάδικο του πατέρα του ήταν η αφετηρία για τον δρόμο που ακολούθησε.Η άρνηση του πατέρα του να του αγοράσει λύρα, δεν στάθηκε εμπόδιο, γιατί ο παππούς «συνωμότησε» με τον εγγονό και η πρώτη λύρα, το πιο «επιθυμητό παιχνίδι» για τον μικρό τότε Στέλιο, έγινε η αφετηρία της πορείας του στο δρόμο της μουσικής και του τραγουδιού.
Μόρφωση ακαδημαϊκή δεν απέκτησε, η τσάντα κλειστή πηγαινοερχόταν απ’ το σπίτι στο σχολείο και αντίστροφα, μα έτσι κι αλλιώς, όταν για κάποιους η ψυχή μιλάει, η ψυχή διδάσκει, η ψυχή έχει το χάρισμα να εκφράζεται με νότες ή στίχους και αυτό γίνεται καθημερινότητα, τρόπος, ζωής και βίωμα, τα πτυχία δεν αποκτούν ιδιαίτερο νόημα.Ο Στέλιος Μπικάκης, ούτε σε Ωδείο πήγε, ούτε και δάσκαλο λυράρη συγκεκριμένο είχε.
Δάσκαλοί του με τoν δικό τους τρόπο, για λίγες ή περισσότερες στιγμές καθένας, υπήρξαν πολλοί και σημαντικοί που έτυχε όταν πήγαιναν για κάποια δουλειά τους στο δισκάδικο, να τον βλέπουν να γρατζουνάει τη λύρα και διέκριναν το ταλέντο του. Σπύρος Σηφογιώργης, Νίκος Μανιάς, Γιάννης Μαρκογιαννάκης, Γιώργος Χατζηδάκης, ήταν κάποιοι από αυτούς που είχε την τύχη να του δώσουν συμβουλές, να του υποδείξουν τεχνικές.Το δοξάρι και το σιγοτραγούδισμα, ήταν ότι αγάπησε περισσότερο και ότι αγαπάει ακόμα. Πολύ νωρίς ανακάλυψε και το χάρισμα που του έδωσε ο Θεός, όπως λέει, αυτό του να μπορεί με μεγάλη ευκολία να γράψει στίχους.«Με τις μαντινάδες δεν τα καταφέρνω αλλά με τα τραγoύδια έχω μεγάλη άνεση, μου έδωσε ο Θεός το χάρισμα της πένας», εξομολογείται. Κι αυτό του το χάρισμα, γίνεται φανερό σε όλους τους δίσκους που έχει κάνει, αφού είναι στιχουργός σχεδόν όλων των τραγουδιών που ερμηνεύει. Δεκαέξι χρόνων, σε ταβέρνες της παραλίας, στο δρόμο και σε κρητικές βραδιές ξενοδοχείων, παίζοντας για τουρίστες, ο Στέλιος Μπικάκης βγάζει το πρώτο του μεροκάματο. «Tετρακόσιες δραχμές ήταν, έπαιζα με τον Ανδρέα τον Xατζηδάκη από τις επτά το απόγευμα, μέχρι τις δέκα το βράδυ», θυμάται, «έπαιζα όμως και σε γλέντια, σε τίποτα βαφτίσια, αλλά μόνο συγγενών».Στο στρατό, συνυπηρετεί με τον γιο του Ψαραντώνη τον Γιώργο Ξυλούρη και τον Μανώλη Σαλούστρο.Φτασμένοι εκείνοι ήδη, η τριάδα λειτουργεί σαν ορχήστρα στρατοπέδου και η επαφή αυτή βοηθά καθοριστικά τον Στέλιο όταν πια έχει απολυθεί. Κάποιους στίχους που είχε γράψει και τους είχε φυλάξει σ’ ένα συρτάρι, τους κάνει τραγούδι όταν απολύεται το 1985. Είναι το καλαματιανό «Πάλι για σένα τραγουδώ». Ηχογραφεί τον πρώτο του δίσκο και γίνεται αποδεκτός. Για να συνεχίσει με το δίσκο «Ερωτικό παράπονο» και το τραγούδι, «Γλυκό μου λάθος» να γίνεται σουξέ και να τραγουδιέται σ’ όλη την Κρήτη. Μα και όλοι οι επόμενοι δίσκοι, αγαπιούνται κι αγοράζονται. «Νυχτέρια», «Το παρόν», «Μια βόλτα στο σκοτάδι», «Για σένα», αφήνουν τις καλύτερες εντυπώσεις. Τα μαγαζιά όπου εμφανίζεται σε Ρέθυμνο, Χανιά, Ηράκλειο ήταν πάντα γεμάτα. Τα νέα παιδιά κυρίως, γίνονται οι συμπαραστάτες του Στέλιου Μπικάκη, που σταθερά συνεχίζει να γράφει, να παίζει και να τραγουδάει. Ο μικρός αριθμός των συγγενών, άρχισε να γίνεται μεγάλος αριθμός αγνώστων, οι λίγοι έγιναν περισσότεροι, ύστερα πιο πολλοί.Το 2010 ο Νότης Σφακιανάκης τραγουδάει το τραγούδι “Γενέθλια” που έγραψε ο Στέλιος Μπικάκης.Η πιο σημαντική συνεργασία του μέχρι τώρα, όπως αναφέρει ο ίδιος, είναι με τον Γιάννη Γιοκαρίνη. Από Κρητικούς καλλιτέχνες αναφέρεται στους Νίκο Μανιά,Γιάννη Μαρκογιαννάκη, Βαγγέλη Μαρκογιαννάκη, Στέλιο Σταματογιαννάκη, Γιώργο και Ανδρέα Χατζηδάκη, Ανδρέα Μελαδάκη, Ψαρουδάκη & Φραγκιαδάκη Αντώνη και τους αδερφούς Σαλούστρου.
Αναφέρουμε εδώ ότι τελευταία έχει συνεργαστεί & με τον Πάνο Κιάμο, όπου έχει γράψει ένα τραγούδι στο νέο του δίσκο.
Κουνάλης Δημήτρης&Μιχάλης
Βιογραφία
Ο Δημήτρης Κουνάλης κατάγεται από τ 'Ανώγεια Ρεθύμνης άλλα γεννήθηκε στο Χαράκι Ηρακλείου τον Φλεβάρη του 1955. Έζησε τα παιδικά του χρόνια σε μια δωδεκαμελή οικογένεια. Οι δύσκολες συνθήκες που επικρατούσαν εκείνον τον καιρό τον οδήγησαν παιδί ακόμη στα 12 του χρόνια κι αφού είχε τελειώσει το δημοτικό σχολείο, να ταξιδέψει στην Αθήνα και να εγκατασταθεί εκεί για να δουλέψει!!Το 1970 αγοράζει την πρώτη του λύρα στο Ηράκλειο και δειλά δειλά αρχίζει μόνος του να εξασκείται και να έρχεται σ' επαφή με την κρητική μουσική την οποία αγαπούσε και αργότερα τίμησε ως γνήσιος κρητικός καλλιτέχνης!!!!
Ο Μιχάλης Κουνάλης 26 χρονών πια νέος ο όποιος συνοδεύει τον πατέρα του με το μαντολίνο του και την φωνή του είναι ένας πολύ ταλαντούχος και εξαιρετικός νέος που δεν ξεφεύγει από τον κύκλο της κρητικής παράδοσης, αγαπάει αυτό που κάνει και το κάνει με πάθος και ζήλο!!!αν και νέος ξέρει πολλά πάνω στην κρητική μουσική και παρουσιάζει περήφανα την δουλειά του στο κοινό!!!γεννήθηκε πριν 26 χρόνια στην Αθήνα, άλλα ποτέ του δεν αγνόησε τις ρίζες του και την παράδοση της ιδιαίτερης πατρίδας του!!
Βιογραφία
Ο Δημήτρης Κουνάλης κατάγεται από τ 'Ανώγεια Ρεθύμνης άλλα γεννήθηκε στο Χαράκι Ηρακλείου τον Φλεβάρη του 1955. Έζησε τα παιδικά του χρόνια σε μια δωδεκαμελή οικογένεια. Οι δύσκολες συνθήκες που επικρατούσαν εκείνον τον καιρό τον οδήγησαν παιδί ακόμη στα 12 του χρόνια κι αφού είχε τελειώσει το δημοτικό σχολείο, να ταξιδέψει στην Αθήνα και να εγκατασταθεί εκεί για να δουλέψει!!Το 1970 αγοράζει την πρώτη του λύρα στο Ηράκλειο και δειλά δειλά αρχίζει μόνος του να εξασκείται και να έρχεται σ' επαφή με την κρητική μουσική την οποία αγαπούσε και αργότερα τίμησε ως γνήσιος κρητικός καλλιτέχνης!!!!
Ο Μιχάλης Κουνάλης 26 χρονών πια νέος ο όποιος συνοδεύει τον πατέρα του με το μαντολίνο του και την φωνή του είναι ένας πολύ ταλαντούχος και εξαιρετικός νέος που δεν ξεφεύγει από τον κύκλο της κρητικής παράδοσης, αγαπάει αυτό που κάνει και το κάνει με πάθος και ζήλο!!!αν και νέος ξέρει πολλά πάνω στην κρητική μουσική και παρουσιάζει περήφανα την δουλειά του στο κοινό!!!γεννήθηκε πριν 26 χρόνια στην Αθήνα, άλλα ποτέ του δεν αγνόησε τις ρίζες του και την παράδοση της ιδιαίτερης πατρίδας του!!
Νίκος Ξυλούρης
Βιογραφία
Γεννήθηκε το 1936, στο ορεινό χωριό Ανώγεια Μυλοποτάμου Ρεθύμνου της Κρήτης από οικογένεια με μουσική παράδοση και πολλούς λυράρηδες. Στα πέντε του χρόνια, όταν οιΓερμανοί έκαψαν το χωριό του, ξεριζώθηκε από τον τόπο του μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους, οι οποίοι μεταφέρθηκαν σε χωριό της επαρχίας Μυλοποτάμου όπου παρέμειναν μέχρι και την απελευθέρωση της Κρήτης. Αδέλφια του είναι οι επίσης γνωστοί μουσικοί της κρητικής μουσικής ο Αντώνης Ξυλούρης (Ψαραντώνης) και ο Γιάννης Ξυλούρης(Ψαρογιάννης) .
Η λύρα
Σε νεαρή ακόμα ηλικία με τη βοήθεια του δασκάλου του κατάφερε να πείσει τον πατέρα του να του αγοράσει την πρώτη του λύρα και πολύ γρήγορα άρχισε να παίζει σε γάμους και πανηγύρια. Στα 17 του αποφάσισε να μετακομίσει στο Ηράκλειο και έπιασε δουλειά στο νυχτερινό κέντρο "Κάστρο". Τα πράγματα όμως δεν ήταν όπως τα περίμενε γιατί βρέθηκε αντιμέτωπος με τη "μόδα" της Ευρωπαϊκής μουσικής, κάτι τελείως ξένο για αυτόν. Τα έσοδα του μόλις και μετά βίας έφταναν να τον συντηρήσουν και πέρασε δύσκολες εποχές.
Επιστροφή στην Κρήτη
Επιγραφή στη οικία του Νίκου Ξυλούρη.Γνώρισε την Ουρανία Μελαμπιανάκη, στις 21 Μαΐου του 1958 παντρεύτηκαν και τον ίδιο Σεπτέμβρη μετακόμισαν στο Ηράκλειο Κρήτης.Σιγά σιγά οι Κρητικοί άρχισαν να τον στηρίζουν και να οργανώνουν γλέντια για να τον ακούν να παίζει. Έτσι άρχισε να γίνεται γνωστός και το Νοέμβριο του 1958 ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο με τίτλο "Μια μαυροφόρα που περνά". Ο δίσκος αγαπήθηκε από το κοινό κι έτσι ο Νίκος ηχογράφησε κι άλλα τραγούδια σε δίσκους των 45 στροφών. Το 1960 γεννήθηκε ο γιος του Γιώργος και το [1966 η κόρη του Ρηνιώ. Την χρονιά της γέννησης τη κόρης του κέρδισε και το πρώτο βραβείο σε ένα φεστιβάλ μουσικής στο Σαν-Ρέμο παίζοντας με τη λύρα του ένα συρτάκι. Την επόμενη χρονιά άνοιξε στο Ηράκλειο το μουσικό κέντρο "Ερωτόκριτος" και πλέον δεν ανησυχεί για την επιβίωση του.
Η αναγνώριση του στην Αθήνα
Το 1969 ηχογράφησε με μεγάλη επιτυχία το δίσκο "Ανυφαντού" και λίγους μήνες αργότερα εμφανίστηκε και πάλι σε Αθηναϊκό μουσικό κέντρο. Οι καταστάσεις όμως πλέον είχαν ωριμάσει και ο κόσμος τον υποστήριζε περισσότερο. Έτσι μετακόμισε και πάλι στην Αθήνα. Γνώρισε τον ποιητή και σκηνοθέτηΕρρίκο Θαλασσινό ο οποίος αποφάσισε να τον συστήσει στο Γιάννη Μαρκόπουλο και έτσι ξεκίνησε μια λαμπρή συνεργασία με το δίσκο "Χρονικό" και τα "Ριζίτικα". Παράλληλα γνωρίστηκε με τον διευθυντή της δισκογραφικής εταιρίας COLUMBIA και έγιναν κουμπάροι.
Για το ποιος «ανακάλυψε» το Νίκο Ξυλούρη, τα λεγόμενα της συζύγου του κ. Ουρανίας Ξυλούρη όπως δημοσιεύτηκαν σε σχετικά αφιερώματα των περιοδικών «Δίφωνο» και «Μονογραφίες» είναι διαφορετική από αυτήν που συνήθως επικρατεί σε αρκετές βιογραφίες του Νίκου Ξυλούρη, ότι τον ανακάλυψε ο Ερρίκος Θαλασσινός και τον ανέδειξε ο Γιάννης Μαρκόπουλος. Η ανάδειξη του Ξυλούρη οφείλεται στο τραγούδι του «Ανυφαντού» και το πρόσωπο που τον ανακάλυψε και τον ανέδειξε ήταν ο διευθυντής της δισκογραφικής εταιρείας «Κολούμπια» Τάκης Λαμπρόπουλος, ο οποίος τον ηχογράφησε σε ένα γαμήλιο γλέντι στα Ανώγεια και έστειλε την κασέτα στον συνθέτη Σταύρο Ξαρχάκο ο οποίος ήταν τότε στο Παρίσι, προκειμένου να ακούσει τη φωνή του Ανωγειανού Λυράρη. Οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν ότι ο Λαμπρόπουλος πήγε στην Κρήτη όπου ανακάλυψε μια σπουδαία και σημαντική φωνή. Από εκεί πληροφορήθηκε ο Γιάννης Μαρκόπουλος για το Νίκο Ξυλούρη και του πρότεινε τα τραγούδια του «Χρονικού».
Τα χρόνια της δικτατορίας
Το 1971 ξεκίνησε κοινές εμφανίσεις με το Γιάννη Μαρκόπουλο στη μπουάτ "Λήδρα" και η φωνή του έγινε σύμβολο της αντίστασης. Συνεργάστηκε στενά, εκείνα τα χρόνια, με τον Θρακιώτη τραγουδοποιό Θανάση Γκαϊφύλλια στις μπουάτ της Πλάκας και σε συναυλίες σε όλη την Ελλάδα.
Το καλοκαίρι του 1973 τραγούδησε στο θεατρικό έργο «Το μεγάλο μας τσίρκο» με πρωταγωνιστές τον Κώστα Καζάκο και τη Τζένη Καρέζη στο θέατρο "Αθήναιον".
Το τέλος
Η οικία του Νίκου Ξυλούρη σταΑνώγεια της Κρήτης.
Ο Νίκος Ξυλούρης στην ακμή της καριέρας του αντιλήφθηκε ότι έχει καρκίνο. Μετά από μεγάλο αγώνα, πολλαπλές εγχειρήσεις και αρκετή ταλαιπωρία έχασε τη μάχη στο Νοσοκομείο Πειραιώς στις 8 Φεβρουαρίου 1980 σε ηλικία μόλις 43 χρονών. Με τη φωνή και το ήθος του σημάδεψε τα χρόνια της χούντας, την αντίσταση σε αυτήν, αλλά και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Όπως ο ίδιος έλεγε μετά τη μεταπολίτευση, αναφερόμενος στους ανθρώπους της μουσικής βιομηχανίας "εγώ τους ίδιους ανθρώπους έβλεπα να κανονίζουν επί χούντας, τους ίδιους βλέπω και τώρα".
Βιογραφία
Γεννήθηκε το 1936, στο ορεινό χωριό Ανώγεια Μυλοποτάμου Ρεθύμνου της Κρήτης από οικογένεια με μουσική παράδοση και πολλούς λυράρηδες. Στα πέντε του χρόνια, όταν οιΓερμανοί έκαψαν το χωριό του, ξεριζώθηκε από τον τόπο του μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους, οι οποίοι μεταφέρθηκαν σε χωριό της επαρχίας Μυλοποτάμου όπου παρέμειναν μέχρι και την απελευθέρωση της Κρήτης. Αδέλφια του είναι οι επίσης γνωστοί μουσικοί της κρητικής μουσικής ο Αντώνης Ξυλούρης (Ψαραντώνης) και ο Γιάννης Ξυλούρης(Ψαρογιάννης) .
Η λύρα
Σε νεαρή ακόμα ηλικία με τη βοήθεια του δασκάλου του κατάφερε να πείσει τον πατέρα του να του αγοράσει την πρώτη του λύρα και πολύ γρήγορα άρχισε να παίζει σε γάμους και πανηγύρια. Στα 17 του αποφάσισε να μετακομίσει στο Ηράκλειο και έπιασε δουλειά στο νυχτερινό κέντρο "Κάστρο". Τα πράγματα όμως δεν ήταν όπως τα περίμενε γιατί βρέθηκε αντιμέτωπος με τη "μόδα" της Ευρωπαϊκής μουσικής, κάτι τελείως ξένο για αυτόν. Τα έσοδα του μόλις και μετά βίας έφταναν να τον συντηρήσουν και πέρασε δύσκολες εποχές.
Επιστροφή στην Κρήτη
Επιγραφή στη οικία του Νίκου Ξυλούρη.Γνώρισε την Ουρανία Μελαμπιανάκη, στις 21 Μαΐου του 1958 παντρεύτηκαν και τον ίδιο Σεπτέμβρη μετακόμισαν στο Ηράκλειο Κρήτης.Σιγά σιγά οι Κρητικοί άρχισαν να τον στηρίζουν και να οργανώνουν γλέντια για να τον ακούν να παίζει. Έτσι άρχισε να γίνεται γνωστός και το Νοέμβριο του 1958 ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο με τίτλο "Μια μαυροφόρα που περνά". Ο δίσκος αγαπήθηκε από το κοινό κι έτσι ο Νίκος ηχογράφησε κι άλλα τραγούδια σε δίσκους των 45 στροφών. Το 1960 γεννήθηκε ο γιος του Γιώργος και το [1966 η κόρη του Ρηνιώ. Την χρονιά της γέννησης τη κόρης του κέρδισε και το πρώτο βραβείο σε ένα φεστιβάλ μουσικής στο Σαν-Ρέμο παίζοντας με τη λύρα του ένα συρτάκι. Την επόμενη χρονιά άνοιξε στο Ηράκλειο το μουσικό κέντρο "Ερωτόκριτος" και πλέον δεν ανησυχεί για την επιβίωση του.
Η αναγνώριση του στην Αθήνα
Το 1969 ηχογράφησε με μεγάλη επιτυχία το δίσκο "Ανυφαντού" και λίγους μήνες αργότερα εμφανίστηκε και πάλι σε Αθηναϊκό μουσικό κέντρο. Οι καταστάσεις όμως πλέον είχαν ωριμάσει και ο κόσμος τον υποστήριζε περισσότερο. Έτσι μετακόμισε και πάλι στην Αθήνα. Γνώρισε τον ποιητή και σκηνοθέτηΕρρίκο Θαλασσινό ο οποίος αποφάσισε να τον συστήσει στο Γιάννη Μαρκόπουλο και έτσι ξεκίνησε μια λαμπρή συνεργασία με το δίσκο "Χρονικό" και τα "Ριζίτικα". Παράλληλα γνωρίστηκε με τον διευθυντή της δισκογραφικής εταιρίας COLUMBIA και έγιναν κουμπάροι.
Για το ποιος «ανακάλυψε» το Νίκο Ξυλούρη, τα λεγόμενα της συζύγου του κ. Ουρανίας Ξυλούρη όπως δημοσιεύτηκαν σε σχετικά αφιερώματα των περιοδικών «Δίφωνο» και «Μονογραφίες» είναι διαφορετική από αυτήν που συνήθως επικρατεί σε αρκετές βιογραφίες του Νίκου Ξυλούρη, ότι τον ανακάλυψε ο Ερρίκος Θαλασσινός και τον ανέδειξε ο Γιάννης Μαρκόπουλος. Η ανάδειξη του Ξυλούρη οφείλεται στο τραγούδι του «Ανυφαντού» και το πρόσωπο που τον ανακάλυψε και τον ανέδειξε ήταν ο διευθυντής της δισκογραφικής εταιρείας «Κολούμπια» Τάκης Λαμπρόπουλος, ο οποίος τον ηχογράφησε σε ένα γαμήλιο γλέντι στα Ανώγεια και έστειλε την κασέτα στον συνθέτη Σταύρο Ξαρχάκο ο οποίος ήταν τότε στο Παρίσι, προκειμένου να ακούσει τη φωνή του Ανωγειανού Λυράρη. Οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν ότι ο Λαμπρόπουλος πήγε στην Κρήτη όπου ανακάλυψε μια σπουδαία και σημαντική φωνή. Από εκεί πληροφορήθηκε ο Γιάννης Μαρκόπουλος για το Νίκο Ξυλούρη και του πρότεινε τα τραγούδια του «Χρονικού».
Τα χρόνια της δικτατορίας
Το 1971 ξεκίνησε κοινές εμφανίσεις με το Γιάννη Μαρκόπουλο στη μπουάτ "Λήδρα" και η φωνή του έγινε σύμβολο της αντίστασης. Συνεργάστηκε στενά, εκείνα τα χρόνια, με τον Θρακιώτη τραγουδοποιό Θανάση Γκαϊφύλλια στις μπουάτ της Πλάκας και σε συναυλίες σε όλη την Ελλάδα.
Το καλοκαίρι του 1973 τραγούδησε στο θεατρικό έργο «Το μεγάλο μας τσίρκο» με πρωταγωνιστές τον Κώστα Καζάκο και τη Τζένη Καρέζη στο θέατρο "Αθήναιον".
Το τέλος
Η οικία του Νίκου Ξυλούρη σταΑνώγεια της Κρήτης.
Ο Νίκος Ξυλούρης στην ακμή της καριέρας του αντιλήφθηκε ότι έχει καρκίνο. Μετά από μεγάλο αγώνα, πολλαπλές εγχειρήσεις και αρκετή ταλαιπωρία έχασε τη μάχη στο Νοσοκομείο Πειραιώς στις 8 Φεβρουαρίου 1980 σε ηλικία μόλις 43 χρονών. Με τη φωνή και το ήθος του σημάδεψε τα χρόνια της χούντας, την αντίσταση σε αυτήν, αλλά και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Όπως ο ίδιος έλεγε μετά τη μεταπολίτευση, αναφερόμενος στους ανθρώπους της μουσικής βιομηχανίας "εγώ τους ίδιους ανθρώπους έβλεπα να κανονίζουν επί χούντας, τους ίδιους βλέπω και τώρα".
Μαντινάδες!!!
«Στο Ρέθυμνο στο πεζικό υπηρετώ στρατιώτης
και ζω με την ανάμνηση τσ'αγάπης μου τσι πρώτης»
«Το Ρέθυμνο μες την καρδιά είναι το φυλαχτό μου
κι είμαι περήφανη γι'αυτό που είναι το χωριό μου»
«Στο Ρέθυμνο δεν έζησα
μα όμως με τραβάει
σαν αίμα μες στις φλέβες μου
το νοιώθω που κυλάει..»
«Στο Ρέθυμνο στο πεζικό υπηρετώ στρατιώτης
και ζω με την ανάμνηση τσ'αγάπης μου τσι πρώτης»
«Το Ρέθυμνο μες την καρδιά είναι το φυλαχτό μου
κι είμαι περήφανη γι'αυτό που είναι το χωριό μου»
«Στο Ρέθυμνο δεν έζησα
μα όμως με τραβάει
σαν αίμα μες στις φλέβες μου
το νοιώθω που κυλάει..»